Ἦταν πλούσιος καὶ τὴν περιουσία του χρησιμοποιοῦσε σὲ ἔργα φιλανθρωπικά. Τὴν δὲ ἀρχοντική του θέση, διέθετε πάντοτε πρὸς ὑποστήριξη τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἐπιείκειας, χωρὶς ποτὲ νὰ ζητήσει ἐξυπηρέτηση ἀτομικῶν παθῶν καὶ συμφερόντων. Θέλησε ὅμως, νὰ προσηλωθεῖ ἀκόμα περισσότερο στὸν Θεό.

Ἐγκατέλειψε λοιπὸν τὸν κόσμο καὶ κατέφυγε στὸ Μαλεό, ἴσως νὰ εἶναι τὸ ἀκρωτῆρι τῆς Πελοποννήσου Μαλέα. Ἐκεῖ ἔζησε ζωὴ ἀσκητική, μὲ προσευχή, μελέτη καὶ ψαλμῳδία. Ἀλλὰ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπό του, τὸν παρακινοῦσε καὶ κατέβαινε στὶς γύρω περιοχὲς καὶ εὐεργετοῦσε πολὺ κόσμο, ἀφοῦ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα καὶ νὰ θαυματουργεῖ.
Ὁ θάνατος τὸν βρῆκε νὰ εὐεργετεῖ συνεχῶς, διότι καὶ κατὰ τὸν χρόνο τῆς μόνωσής του, προσευχόταν γιὰ ὅλους καὶ κατάρτιζε τὸν ἑαυτό του νὰ γίνεται ἄξιο ὄργανο τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν ὠφέλεια τοῦ πλησίον.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν διαρρέουσαν δόξαν ἀπέρριψας, καὶ τὸν τοῦ Κτίσαντος, ζυγὸν ἠγάπησας, ἀγγελικὴν ἐπὶ τῆς γῆς, ἑλόμενος πολιτείαν· ὅθεν χαρισμάτων σε, δωρεαῖς κατεπλούτισε, Χριστὸς ὁ Φιλάνθρωπος, ὁ δοξάσας τὸν βίον σου· ᾧ πρέσβευε Θωμᾶ θεοφόρε, ῥῦσαι ἡμᾶς πάσης ἀνάγκης.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς τοῦ Σωτῆρος ὀπαδὸν καὶ φίλον γνήσιον

Καὶ τῶν Ὁσίων μιμητὴν καὶ ἀκροθίνιον

Ἀνυμνοῦμεν σε ἀξίως, Θωμᾶ θεόφρον·

Σὺ γὰρ ὤφθης ἀπαθείας ἐνδιαίτημα

Καὶ θαυμάτων αὐτουργὸς ἐκ θείας χάριτος
Τοῖς βοῶσί σοι, χαίροις Πάτερ τρισόλβιε.

Μεγαλυνάριον.
Κόσμου ἀπωσάμενος τὰ τερπνά, πόθῳ ᾠκειώσω, ὑπερκόσμια ἀγαθά, δι’ ἐνθέου βίου, Θωμᾶ θαυματοφόρε, δι’ οὗ θαυμάτων ὤφθης, Πάτερ ἀνάπλεως.




Back

PayPal