Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Κωνσταντίνου Ζ’ καὶ μέχρι τῶν χρόνων τοῦ Βασιλείου Β’ τοῦ Βουλγαροκτόνου. Γεννήθηκε στὴν Καππαδοκία ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ πλούσιους, τὸν Εὐδόκιμο καὶ τὴν Ἀναστασῶ. Ὁ παππούς του ἀπὸ τὸν πατέρα του, Εὐστάθιος, κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ πατρικίου. Ὁ δὲ παππούς του ἀπὸ τὴ μητέρα του, Ἀδράλεστος, εἶχε τὸ ἀξίωμα τοῦ Στρατηλάτη τῆς Ἀνατολῆς.

Ὁ Μανουὴλ - αὐτὸ ἦταν τὸ κατὰ κόσμον ὄνομά του - ἀνατράφηκε μέσα στ’ ἀνάκτορα, ἀλλὰ γρήγορα κατάλαβε τὴν ματαιότητα τῶν ἐγκόσμιων τιμῶν καὶ ἀγαθῶν καὶ γὶ αὐτὸ κατέφυγε στὸ ὅρος τοῦ Κύμινα. Ἐκεῖ βρῆκε κάποιο μοναχὸ γέροντα μεγάλης ἀρετῆς, τὸν Ἰωάννη, ποὺ τὸν παρεκάλεσε νὰ μείνει κοντά. Ὁ γέροντας μὲ ἐπιφύλαξη τὸν δέχτηκε, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο ὁ πατέρας του ἐντόπισε ποὺ βρίσκεται καὶ μὲ διάφορες παρακλήσεις τὸν ἔφερε στὸ σπίτι.

Ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγους μῆνες καὶ μὲ τὴν ἄδεια αὐτὴ τὴν φορὰ τῶν γονέων του, ἐπέστρεψε στὸν γέροντά του, ποὺ τὸν δέχτηκε μὲ χαρὰ μεγάλη. Μετὰ τρία ἔτη δοκιμασίας, ὁ Μανουὴλ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Μιχαήλ. Ἀργότερα, ὅταν πέθανε ὁ γέροντάς του Ἰωάννης, ὁ Μιχαήλ μὲ τὴν μεγάλη πατρικὴ κληρονομιὰ ποὺ ἀπόκτησε ὑπῆρξε μεγάλος δωρητὴς τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων.

Ἐπίσης ἵδρυσε τὴν περίφημη μεγάλη Λαύρα τοῦ Κύμινα, ὅπου σχηματίστηκε πολυάριθμη ἀδελφότητα, τὴν ὁποία ὁ Μιχαὴλ ὀργάνωσε κοινοβιακὰ καὶ τὴν συνέδεσε μὲ ἀδελφικὴ ἀγάπη. Ἀπ’ αὐτὴ τὴ Μονὴ πέρασαν πολλὲς ἐκλεκτὲς ψυχές, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης, ἱδρυτὴς τῆς μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Ἡ μονὴ τοῦ Κύμινα διακρίθηκε γιὰ τοὺς καλλιγράφους της καὶ ἀντιγραφεῖς ἱερῶν βιβλίων.
Σὲ ἡλικία προχωρημένη, ἀλλὰ ἀκμαῖος στὴν πίστη καὶ τὸ πνεῦμα, ὁ Μιχαὴλ παρέδωσε εἰρηνικὰ τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεό.





Back

PayPal